- ἀντιφωνῶν
- ἀντιφωνέωsound in answerpres part act masc nom sg (attic epic doric)ἀντιφωνέωsound in answerpres part act masc nom sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀντιφώνων — ἀντίφωνος sounding in answer masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
АНТИФОН — [греч. ἀντίφωνον от ἀντίφωνος звучащий попеременно; лат. antiphona, церковнослав. ], в христ. литургической терминологии псалом с припевом, исполняемый антифонно, т. е. с пением 2 хорами поочередно припева (или стихов псалма; см. также Псалмодия) … Православная энциклопедия
εφύμνιος — α, ο (ΑΜ ἐφύμνιος, ον) το ουδ. ως ουσ. το εφύμνιο(ν) επωδός ύμνου, το άσμα που συνοδεύει έναν ύμνο («ἔνθεν δὴ τόδε καλὸν ἐφύμνιον ἔπλετο Φοίβῳ», Απολλ. Ρόδ.) νεοελλ. μσν. το ουδ. ως ουσ. το εφύμνιο(ν) σύντομος ύμνος που ψάλλεται κατά τη… … Dictionary of Greek
θεοτοκίον — το (Μ θεοτοκίον) [θεοτόκος] τροπάριο που αναφέρεται στη θεοτόκο και επισφραγίζει σειρά τροπαρίων, αντιφώνων κ.λπ.,ή ακολουθεί μεμονωμένα τροπάρια (εξαποστειλάρια, δοξαστικά κ.λπ.) … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek